Ο Άλεξ Ελευθεριάδης, εταίρος της Big Pi Ventures, σε μία αποκλειστική συνέντευξη
Μας μιλά για σημαντικούς σταθμούς της ζωής του, τις διαφορές μεταξύ Ελλάδας και εξωτερικού, τις ευκαιρίες για τεχνολογική ανάπτυξη και καινοτομία που έχει η χώρα, αλλά και για τη μεγάλη του αγάπη, τη μουσική και το ρεμπέτικο.
Το εκπαιδευτικό σύστημα.
«Τελείωσα το Πολυτεχνείο στην Ελλάδα και πήγα ως φοιτητής στο Columbia, το 1995. Έμεινα ως καθηγητής για μία δεκαετία και επιστρέφοντας, το 2008, έγινα Αναπληρωτής Καθηγητής στο ΕΚΠΑ. Οπότε, έχω ζήσει και τις δύο πλευρές (Ελλάδα – Αμερική), και ως φοιτητής αλλά και ως καθηγητής. Η παιδεία είναι από τα πιο πονεμένα και προβληματικά θέματα της δημόσιας ζωής στην Ελλάδα, γιατί η κουλτούρα του πανεπιστημίου αφέθηκε να αλλοιωθεί, κυρίως λόγω πολιτικών σκοπιμοτήτων. Και φυσικά δεν είμαι ενάντιος στην πολιτική πρακτική, απλά πρέπει να επιλέγει κανείς το χώρο και το χρόνο. Κατ’ εμέ, ο μεγαλύτερος εχθρός του πανεπιστημίου είναι οι εκάστοτε κυβερνήσεις και οι πολιτικοί, οι οποίοι παρουσιάζουν μεν ότι το πανεπιστήμιο είναι αυτοδιοίκητο, αλλά ουσιαστικά δεν ελέγχει απολύτως τίποτα. Επομένως, όλοι ως κοινωνία ζούμε μία απόλυτη κοροϊδία. Νομίζουμε ότι έχουμε λύσει τα προβλήματα του, ενώ ουσιαστικά δεν το έχουμε κάνει. Δεν μπορούμε να μιλάμε για υγιές ακαδημαϊκό περιβάλλον, όταν δεν έχουμε επιλύσει τα στοιχειώδη. Αυτό αποτελεί μια σημαντική παθογένεια των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της χώρας. Δεν είναι όμως όλα τα πανεπιστήμια έτσι, τα κεντρικά είναι χειρότερα, γιατί εκεί υπάρχουν καθηγητές που συνδικαλίζονται πολύ. Επιπροσθέτως, χάσαμε τελείως την οργάνωση της παιδείας και με την ανωτατοποίηση κάποιων ιδρυμάτων. Γεγονός που αντί να οργανώσει καλύτερα την ανώτερη παιδεία και την επαγγελματική εκπαίδευση μας πήγε 20 χρόνια πίσω.
Βλέπω αυτές τις δομές στο ελληνικό πανεπιστήμιο, και θέλετε να συζητήσουμε την οργάνωση στο εξωτερικό; Απέχουν πάρα πολύ, γιατί εκεί υπάρχουν σταθερές δομές. Για να στηθεί ένα καλό πανεπιστήμιο, χρειάζεται βοήθεια από όλη την κοινωνία. Δε γίνεται ούτε από τους καθηγητές, ούτε από τους φοιτητές. Το Columbia συγκεκριμένα, διαθέτει μια μεγάλη περιουσία που προέρχεται από αποφοίτους, οι οποίοι βγάζουν χρήματα κι έπειτα κάνουν δωρεές στο ίδρυμα. Παράλληλα, δεν έχουν κυβερνήσεις που έρχονται, τους βάζουν μια τρικλοποδιά και τους γυρνούν πίσω.»
Η επιχειρηματικότητα.
«Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν διάφορες δραστηριότητες, ενημέρωση των φοιτητών, καθώς και γραφεία μεταφοράς τεχνολογίας που παρέχουν στα πανεπιστήμια πηγές πληροφόρησης εσωτερικά. Δεν κάνω συγκρίσεις με την Αμερική, εκεί είναι πολύ ώριμο το περιβάλλον. Για παράδειγμα, πατέντες καθηγητών και φοιτητών απέφεραν στο Columbia έσοδα εκατομμυρίων και η ενέργεια αυτή έχει αξιοποιηθεί ιδιαίτερα από από τη δεκαετία του ‘50, φέρνοντας μεγάλη καινοτομία στα ηλεκτρονικά. Αυτός είναι ο ένας κλάδος, ο άλλος είναι η υγεία, με πατέντες δηλαδή που έχουν να κάνουν με τα φάρμακα. Αυτοί είναι οι δύο μεγάλοι κλάδοι, που παράγουν με μεγάλη ταχύτητα καινοτομία και αντιστοίχως πατέντες. Για την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα, νομίζω πως είμαστε σε καλό δρόμο, καθώς υπάρχουν accelerators και funds που χρηματοδοτούν, όπως το δικό μας.»
Η επιστροφή στην Ελλάδα.
«Είμαι ένας πρώιμος digital nomad. Γύρισα για συγκεκριμένους λόγους στην Ελλάδα, έχοντας κάνει τον κύκλο μου στην Αμερική. Ήθελα να είμαι πιο κοντά στην ευρωπαϊκή αλλά και την ελληνική κουλτούρα. Από το 2005 μοίρασα το χρόνο μου μεταξύ Ελλάδας και Αμερικής. Δεν έχω αφήσει εξ’ ολοκλήρου την Αμερική, εξακολουθώ να έχω επαγγελματική δραστηριότητα και ζωή εκεί. Για μένα είναι μία καλή ισορροπία. Δε νομίζω ότι θα αισθανόμουν καλά, έχοντας ζήσει σε ένα επαγγελματικό και τεχνολογικό περιβάλλον που περιλαμβάνει τις πιο μεγάλες εταιρείες του κλάδου, να επιστρέψω στην Ελλάδα και να κλειστώ σε ένα καβούκι όπου θα μιλώ μόνο με ελληνικές εταιρείες.
Και αυτός είναι ο λόγος που στο Big Pi Ventures, ασχολούμαι με εταιρείες που μπορεί να δημιουργήθηκαν οπουδήποτε στον κόσμο, αλλά απευθύνονται στην παγκόσμια αγορά. Το μόνο που χρειάζεται είναι να έχουν γραφείο και να κάνουν development και στην Ελλάδα, όπως η Accusonus.»
Οι νέες προσπάθειες.
«Ένας από τους λόγους που έχω πολλές πατέντες είναι γιατί κινήθηκα σε περιβάλλοντα που ενθαρρύνουν την παραγωγή τους, όπως του Columbia. Για να πραγματοποιηθεί αυτό, πρέπει πρώτα να ξεκινήσεις με το λογικό κομμάτι, να προσφέρεις την τεχνολογία εκείνη, η οποία θα προσφέρει λύση σε κάποιο ουσιαστικό πρόβλημα, είτε για σένα είτε για κάποιον άλλο. Αρχίζεις από την ουσία, που είναι το ίδιο το προϊόν, και έπειτα, με την προσφορά επιπλέον γνώσης και χρημάτων, να καταφέρεις να μετασχηματίσεις την ιδέα αυτή σε τελικό προϊόν. Αν έχεις την υπομονή και το θες πραγματικά, σιγά σιγά το χτίζεις και το προχωράς.»
Η Vidyo, το video streaming και το μέλλον του 3D.
«Η Vidyo δεν ασχολήθηκε με το βίντεο που ανεβάζουμε στο YouTube. Υπάρχουν τεχνικές διαφορές καθώς το ένα έχει χαμηλή καθυστέρηση, ενώ, όταν κάνουμε streaming για YouTube, ενδέχεται να υπάρχει καθυστέρηση και αυτό έχει μεγάλη διαφορά στην κωδικοποίηση.
Σήμερα, όλοι έχουν smartphones. Χρειάζεται δουλειά ακόμη στο να βελτιωθεί το modality στο 3D, να έχουμε καλύτερες συνθήκες και προϋποθέσεις για τρισδιάστατη απεικόνιση, όσον αφορά την οθόνη, το display και το capture. Στo πώς συλλέγω 3D πληροφορία. Θυμάστε το εφέ στο Matrix, που σταματάει το action και γυρνάει; Εκεί γίνεται capture με συγκεκριμένο τρόπο που σου επιτρέπει να γυρνάς και να βλέπεις από διαφορετικές πλευρές. Αυτό προχωράει και θα προχωράει συνέχεια.
Ο κόσμος δεν συνειδητοποιεί πως η δημιουργία καλής ποιότητας content είναι μια δύσκολη διαδικασία, η οποία απαιτεί πολύ δουλειά. Έχουμε όλοι κακομάθει, γιατί βλέπουμε τις ταινίες στο Netflix, που είναι σαν να ανοίγεις μια βρύση και τρέχουν ταινίες. Ο κόσμος θεωρεί ότι το να κάνεις μια ταινία, δεν είναι τίποτα. Αλλά τόσο τεχνικά όσο και στο storytelling, δεν είναι κάτι απλό, είναι πολύ δύσκολα όλα. Ίσως θα έπρεπε να μαθαίνουμε στο σχολείο και πώς να κάνουμε long-form video, πέρα από το να γράφουμε εκθέσεις.»
Οι startup εταιρείες που ξεχωρίζουν.
«Πρέπει να υπάρχει μια ουσιαστική καινοτομία που θα διαφοροποιεί την εταιρεία, απ’ ό,τι υπάρχει σήμερα στον χώρο. Αυτό θα την προστατεύει κι από μελλοντικό ανταγωνισμό. Για αυτό και εμείς προσανατολιζόμαστε στο deep-tech, ώστε να υπάρχει κάποιο τεχνολογικό αβαντάζ στην εκάστοτε εταιρεία. Πολύ σημαντικό πράγμα είναι και η ομάδα. Να έχει τη δυνατότητα να στήσει μία επιχείρηση, να την προχωρήσει και να τη μεγαλώσει. Το τρίτο σίγουρα είναι το μέγεθος της αγοράς. Εμείς επενδύουμε σε εταιρείες που θέλουμε να μεγαλώσουν σχετικά γρήγορα, γιατί επενδύουμε σε εταιρείες μεγάλου ρίσκου. Επίσης, σπάνια επενδύουμε σε εταιρείες που έχουν μόνο έναν founder. Είναι πιο ασφαλές και συγκροτημένο να υπάρχει ομάδα. Θες ένα team που να είναι ευέλικτο, δυνατό και αποφασισμένο, ώστε να μην κάνει πίσω. Να μπορεί να ανταπεξέλθει στις δύσκολες στιγμές και να κάνει το pivot του αν χρειαστεί, για να συνεχίσει την πορεία του.»
Το Big Pi II.
«Εμείς θέλουμε να ενισχύσουμε την καινοτομία. Να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας και να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και πλούτο για όλους. Δεν μπορείς να έχεις παροχές και να βοηθάς τον κόσμο αν δεν παράγεις πλούτο. Πρέπει να βρεις τα χρήματα για να μπορέσεις να έχεις και κοινωνικές παροχές.
Πρέπει να δοθεί διέξοδος στους ανθρώπους που έχουν το ταλέντο και τη διάθεση, να κάνουν αυτά που αγαπάνε. Είναι σα να πηγαίνεις σε ένα περιβάλλον όπου παιδιά παίζουν μουσική, αλλά δεν έχουν όργανα. Οπότε, λίγο πολύ και εμείς από την πλευρά μας, με τα χρήματα που δίνουμε, είναι για να παρέχουμε τη δυνατότητα σε ανθρώπους να ασκήσουν αυτό που πραγματικά τους αρέσει και να χτίσουν την εταιρεία τους.
Αρκετοί δεν βλέπουν την εταιρεία ως κάτι δημιουργικό. Όταν χτίζεις όμως ένα προϊόν, αυτό από μόνο του αποτελεί μια πολύ δημιουργική διαδικασία. Είναι σα να σχηματίζεις ένα γλυπτό. Εσύ το σχεδιάζεις και το υλοποιείς. Και όταν αρχίζει να λειτουργεί και να έχει αποτελέσματα, είναι πολύ ωραίο.
Πολλές από τις εταιρείες του προηγούμενου fund δραστηριοποιούνται στον χώρο της υγείας, γεγονός που μου προκάλεσε μεγάλη εντύπωση. Προέκυψε όμως, και είναι ενδιαφέρον. Έχουμε μεγάλη κινητικότητα στην Ελλάδα και θα συνεχίσει να υπάρχει. Από τους πιο παραγωγικούς τομείς είναι η εφαρμογή ψηφιακής τεχνολογίας σε χώρους που ακόμα δεν τους έχει ακουμπήσει. Η Orfium, για παράδειγμα, βοηθά στο να βρεθεί η μουσική που χρησιμοποιείται στο YouTube. Οπότε, πάει και βρίσκει που γίνεται αυτό, παίρνει τα χρήματα και τα δίνει στους δικαιούχους, κρατώντας ένα ποσοστό.»
Οι Έλληνες του εξωτερικού και οι ευκαιρίες στη χώρα.
«Στο εξωτερικό, επειδή υπάρχουν δομημένες κοινωνίες με κανόνες, αξιοκρατία και συνέπεια, οι άνθρωποι που έχουν όρεξη για δουλειά (και συνήθως αυτοί είναι που μεταναστεύουν), έχουν ένα κίνητρο. Οι άνθρωποι αυτοί είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν εργασία. Όταν, λοιπόν, βρεθούν σε ένα περιβάλλον οργανωμένο, που ενθαρρύνει και καλλιεργεί την παραγωγικότητα, τότε ανθίζουν. Στην Ελλάδα, στο παρελθόν, έπρεπε να πάρεις γνήσιο υπογραφής διά ζώσης για να κάνεις μία δουλειά. Το περιβάλλον ήταν δομημένο όχι για να παράγουμε, αλλά για να ταλαιπωρούμαστε. Και το κράτος είναι ο χειρότερος φταίχτης.
Όταν πήγα στην Αμερική, είχα τηλεόραση από την πρώτη ημέρα ενώ στην εφορία δεν είχα πάει ποτέ. Οπότε, αυτό που συμβαίνει στο εξωτερικό είναι πως βρίσκονται σε περιβάλλοντα που κοιτάνε να λύνουν τα προβλήματα των πολιτών. Εδώ συχνά κινούμαστε δεξιά και αριστερά, σε τυχαίες κατευθύνσεις, με αποτέλεσμα όχι να μην μπορούμε να κινηθούμε μπροστά, αλλά να μην ξέρουμε και να μην συμφωνούμε πού είναι το μπροστά. Τώρα βέβαια είναι λίγο καλύτερα.
Ας συνειδητοποιήσουμε ότι ο λόγος που έφυγαν αυτοί οι άνθρωποι και μένουν στο εξωτερικό είναι γιατί θέλουν εξαρχής μία κοινωνία οργανωμένη που να παρέχει αυτά τα βασικά πράγματα. Δεν ξέρω αν θα ήταν καλύτερο να επιστρέψουν πίσω όλοι αυτοί που φύγαν. Μάλιστα, έχοντας ζήσει και προσωπικά αυτήν την πορεία, πιστεύω ότι είναι ωραίο που έρχονται σε επαφή με καινούρια πράγματα, κουλτούρες, νοοτροπίες και διαφορετικές κοινωνίες. Πιστεύω ότι είναι μία διευρυμένη Ελλάδα και αυτοί. Κι εμπλουτίζουν τη χώρα μας διαφορετικά. Θα έρθουν για διακοπές, έχουν συγγενείς και φίλους. Το αν θα γυρίσουν μόνιμα πίσω είναι ανεξάρτητο.»
Το μέλλον της μουσικής στην Ελλάδα.
«Αγαπάω πολύ την λαϊκή μουσική και παίζω επαγγελματικά τρίχορδο μπουζούκι, με έμφαση στο ρεμπέτικο και το παλιό λαϊκό τραγούδι. Ένα από τα βασικά για μένα είναι ότι δε φτάνει να κάνουμε επανεκτελέσεις, πρέπει να δημιουργηθεί original μουσική. Φτιάχνω αυτό τον καιρό ένα στούντιο, και έχω δεσμευτεί ότι δε θα γίνονται επανεκτελέσεις. Εκεί θα κάνει όποιος θέλει πρωτότυπη μουσική. Δυστυχώς διστάζουμε ως κοινωνία στην Ελλάδα να αγκαλιάσουμε το καινούργιο. Ποιος μας ενθάρρυνε να κάνουμε καινούρια πράγματα, πρωτότυπα; Σκεφτείτε, στη λογοτεχνία, στη μουσική. Σε κάποιον που θα πειραματιζόταν να γράψει καινούργια τραγούδια, θα του έλεγαν όλοι “θα γράψεις εσύ τώρα, όταν υπάρχει ο Τσιτσάνης και ο Χιώτης;”. Πιστεύω ότι δε δείχνουμε τόλμη ως κοινωνία, δεν ενθαρρύνουμε τα νέα παιδιά να γίνουν δημιουργοί. Ακόμη και η τραπ, που δεν είναι πολύ καλό μουσικό παράδειγμα σήμερα γιατί το περιεχόμενο της είναι οξύ, θεωρώ ότι είναι πολύ καλύτερο για ένα νέο να πάει στο στούντιο, να γράψει κομμάτια και να είναι δημιουργικός, από το να κάθεται στο σπίτι όλη μέρα και να βλέπει Netflix.»